Τρίτη 10 Μαρτίου 2009

Να (με) προσέχεις...

...Ελπίζω να με άκουγες όταν στο έλεγα.Λένε πως τη στιγμή που φεύγει η ψυχή απο το σώμα,όλες οι αισθήσεις οξύνονται... Είμαι σίγουρη οτι με άκουγες.Κι ας ήσουν σε κώμα.Κι ας σου είχαν κλείσει τα μάτια με γάζες.Κι ας σε είχαν ακίνητη δίνοντας σου τόσα φάρμακα...
Πώς άντεξες σ'εκείνη την εντατική τρείς μήνες...? Ήξερα οτι είσαι πολύ δυνατή,μα με άφηνες άφωνη καθημερινά.Τόσα χειρουργεία,άπειρες ποσότητες φαρμάκων,μόνιμος πυρετός που δεν έπεσε για δύο μήνες κάτω πο το 39,5 ...
Θεωρούσα απίστευτο το οτι σε έβλεπα σε αυτή τη κατάσταση.Εσένα... Εσένα!Την μεγάλη μου αδερφή! Ο πιο δυνατός μα κ ο πιο ευαίσθητος άνθρωπος που είχα γνωρίσει. 22 χρόνια που σε γνώριζα,θυμάμαι κυρίως να σηκώνεσαι αμέσως όταν έπεφτες.Σε ζήλευα που μπορούσες να το κάνεις.Σε θαύμαζα απεριόριστα κι ας μη στο είπα ποτέ.Πάνω απ'όλα.σ'αγαπούσα με όλη μου τη καρδιά.Θύμωσα με τον εαυτό μου που έπρεπε να έρθει η στιγμή να φύγεις για να σου πω οτι σ'αγαπάω.Κι αυτό το άκουσες,είμαι σίγουρη,κι ας το ψιθύρισα απλά.Συγνώμη που δεν το είπα πιο δυνατά μα δεν είχα ανάσα...Είχα σχεδόν την ίδια με τη δική σου.Όπως ακριβώς την ένιωσα απο τον κήπο του νοσοκομείου...Ήξερα οτι με φώναζες.Άκουγα μέσα στο κεφάλι μου τη φωνή σου κ δεν μπορούσα να αντισταθώ.Θέλησαν να με σταματήσουν κ να μην ανέβω στον τρίτο όροφο οπου βρισκόσουν.
Ανέβηκα ένα-ένα τα σκαλιά αλλά αυτή τη φορά δεν έτρεχα.Ανέβαινα ήρεμα κ αργά,κι όσο προχωρούσα το συναίσθημα κ η φωνή μες το κεφάλι μου γίνονταν όλο κ πιο έντονα...Φοβήθηκα να φτάσω μέχρι τον τρίτο...Όταν χτύπησα τη πόρτα της εντατικής,το βλέμμα της γιατρού που άνοιξε,μου έκοψε τα πόδια. "Μόλις ήμουν έτοιμη να σου τηλεφωνήσω να ανέβεις". Δεν της απάντησα.Προχώρησα αργά προς την είσοδο της εντατικής.Με είχε κυκλώσει μια απίστευτη αίσθηση κ δεν με άφηνε να αναπνεύσω. Ήταν η στιγμή που διαπίστωσα οτι πίσω μου βρίσκονται οι γονείς μου κ η παιδική φίλη της αδερφής μου. "Μόλις έκανε την τέταρτη ανακοπή.Θα θέλατε να τη δείτε τώρα η να την αποσυνδέσουμε πρώτα?" μας είπε η γιατρός. Πρίν προλάβω να καταλάβω τι άκουσα, η μητέρα μου αποκρίθηκε αμέσως "θέλουμε να τη δούμε πριν την αποσυνδέσουν".
Είδα του υπόλοιπους να περπατάνε προς το κρεβάτι της αδερφής μου ενώ εγώ ακόμα στην είσοδο,προσπαθούσα να βρώ ανάσες κ βήματα να φτάσω κοντά της...Όταν την είδα,κατάλαβα οτι περίμενε.Περίμενε να βρεθούμε δίπλα της.Και είμασταν εκεί,για να ξεκινήσει το ταξίδι της χωρίς να φοβάται.Είχε λίγες ανάσες κρατημένες.Τις άκουσα.Ήταν κρίμα να με φωνάζει τόσο έντονα,να με περιμένει κι εγώ να μην είμαι εκεί...Δεν θα το άντεχα να ακούσω απο κάποιον άλλον οτι έφυγε η αδερφή μου...Την ένιωσα όταν έφευγε.Της κρατούσα το χέρι κ το ένιωσα οτι το σώμα της "άδειασε"...Οι γονείς μου φώναζαν,μέχρι και οι γιατροί έκλαιγαν μα δεν άκουγα κανέναν.Μόνο "έβλεπα" την αδερφή μου να φεύγει για το μεγάλο της ταξίδι...
Ανάμεικτα τα συναισθήματα.Κάπου μέσα σε όσα αισθανόμουν,κατάλαβα οτι χαιρόμουν λίγο.Σταμάτησε να υποφέρει κ να ικετεύει με το βλέμμα της να της σταματήσουν τον πόνο.Εκείνες τις στιγμές θα μπορούσα να δώσω κ τη ζωή μου για να μη τη βλέπω σ'εκείνο το κρεβάτι... Ένιωσα οτι έπρεπε επειγόντως να βγώ έξω.Η αδερφή μου πλέον δεν βρισκόταν εκεί,δεν υπήρχε λόγος να είμαι κι εγώ εκεί.Βγήκαμε στον διάδρομο μαζί με την παιδική της φίλη.Αγκαλιαστήκαμε κ κλάψαμε για αρκετή ώρα παρέα.Μα χρειαζόμουν αέρα...Πνιγόμουν σ'εκείνον τον διάδρομο που όσο περνούσαν τα λεπτά,ένιωθα να στενεύει όλο κ πιο πολύ. Κατέβαινα τα σκαλιά ένα-ένα ήρεμα κ αργά.Ακριβώς όπως τα ανέβηκα λίγη ώρα πριν...Στη πόρτα που οδηγούσε στον κήπο του νοσοκομείου κοντοστάθηκα κ πάλι.Είδα έξω τους συγγενείς κ τους φίλους μας να περιμένουν νέα με τεράστια αγωνία.Βγήκα στον κήπο.Επιτέλους,ανάσα!Βαθιά ανάσα...Το βλέμμα μου σηκώθηκε αμέσως στον ουρανό.Τόσα αστέρια δεν θυμάμαι να είχα ξαναδεί κ σταμάτησα για να τα κοιτάξω με προσοχή. Γύρω μου υπήρχε μια περίεργη ζέστη.Όχι η ζέστη του Αυγούστου.Ήταν διαφορετική,αλλιώτικη...Ένιωσα να με παίρνει αγκαλιά όλος ο ουρανός!! Πρωτόγνωρο συναίσθημα,να με έχει τυλίξει ο ουρανός...Δεν ήθελα να το χάσω...Ήξερα οτι η αδερφή μου είναι κάπου κοντά μου.Πήρα τη βαθιά ανάσα που χρειαζόμουν,τόση ώστε να μπορώ να ξεστομίσω στους συγγενείς οτι η Λένα μας έφυγε... Όλοι άρχισαν να κλαίνε κ οι γονείς μου που κατέβηκαν κι εκείνοι στον κήπο,ούρλιαζαν. Είχα παγώσει,δεν ήξερα τι να κάνω ή τι να πώ.Μόνο κοίταζα ψηλά κι προσευχόμουν να έχει ένα υπέροχο ταξίδι χωρίς δυσκολίες.Ευχόμουν να είναι καλά εκεί που θα πήγαινε κ να μου έδινε τη δύναμη που χρειαζόμουν ώστε να μάθω πλέον να ζώ χωρίς εκείνη...